ΟΠΟΥ ΠΗΓΑΙΝΑ ΕΥΡΙΣΚΑ ΠΟΤΑΜΙ με πολλά μυστικά στις λόχμες
Μυστικά διαπερατά και διάφανα
ίσως γι’ αυτό καλοκρυμμένα κι ανεξίτηλα
Σε κάθε ανάπαυσή μου σώριαζα μικρές πετρούλες σε κύκλους για να θυμίζουν
πως κάποιος εδώ προϋπήρξε
Κάποιος που μεριμνώντας να ορίσει την περίμετρο του χρόνου δεν σκοτιζότανε
για χρόνο
Ποιος θα μάθαινε άλλωστε πως εγώ ήμουν αυτός που κένταγε το νερό με τόση
μαστοριά και έγραφε στο νερό ιερούς ύμνους απαλά ταράζοντας μόνο μικρές
ανώδυνες δίνες;
Χανόμουν στο δάσος από τον ίδιο καημό που χάνεται κανείς στην πόλη
Τα θηρία ξέρανε πως είμαι λιμασμένος και λιμοκοντόρος και γρυλίζανε
Ωστόσο τα μικρά ζωάκια του δάσους χωρατεύανε για να γελάσουμε
Όταν γονάτιζα νομίζανε πως έκλαιγα και με καλούσαν να χορέψω με το ζόρι
Στριμωχνόμουν στη φωλίτσα τους σαν παλιόφιλος και με φιλεύανε χουρμάδες
Την αυγή κινούσα γι’ άλλες στράτες και με ξεπροβόδιζαν μέχρι να βρω ποτάμι
Όταν βρίσκαμε ποτάμι μου ψιθυρίζανε γλυκά πως ποτάμι δεν υπάρχει
Αν ποτέ στο ταξίδι σου βρεις ποτάμι με φουρτουνιασμένα νερά μου λέγανε μην
τρομάξεις να το διασχίσεις.
Αλέξανδρος Αραμπατζής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου