Σελίδες

Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2014

Τώρα σιωπή...



Κι αν στο λυκόφως της μνήμης τύχει να συναντηθούμε άλλη μια φορά,
θα κουβεντιάσουμε ξανά και θα μου τραγουδήσεις ένα βαθύτερο τραγούδι…
κι αν τύχει τα χέρια μας να σμίξουν σ' ένα άλλο όνειρο,
θα χτίσουμε έναν άλλο πύργο, στα ουράνια όχι στην άμμο..

Χαλίλ Γκιμπράν

Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2014

Τα μελισσόπουλα!





Κάτω στης μαργαρίτας
τ' αλωνάκι, στήσαν χορό
τρελό τα μελισσόπουλα.

Ιδρώνει ο ήλιος, τρέμει το
νερό. Στάχυα ψηλά λυγίζουνε
το μελαμψό ουρανό.

Πέρα μέσα στα χρυσά νταριά
κοιμούνται αγοροκόριτσα.
Ο ύπνος τους μυρίζει πυρκαγιά.
Στα δόντια τους
ο ήλιος σπαρταράει.

Κάτω στης μαργαρίτας
τ' αλωνάκι.

Οδυσσέας Ελύτης


Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2014

Μετά τη βροχή





ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΒΡΟΧΗ

Στις πόλεις που μένουμε, η έλλειψη αισθητικής επικρατεί παντού. Άσχημα κτίρια, κακόγουστες ή αδιάφορες φωτεινές επιγραφές, δρόμοι και πεζοδρόμια με ελλιπή συντήρηση, γεμάτα λακκούβες. Όταν όμως βρέχει όλα αυτά αλλάζουν. Οι λακκούβες που γεμίζουν νερό και οι δρόμοι που γυαλίζουν γίνονται οι φορείς της μετουσίωσης. Η αντανάκλαση μεταμορφώνει ολοκληρωτικά μια φωτεινή επιγραφή από ασχημόπαπο σε εικόνα σουρεαλιστική. Της στερεί την γεωμετρική και υλική της υπόσταση, μεταμορφώνοντάς την σε παλέτα χρωμάτων και φόρμας. Τα φώτα των αυτοκινήτων, οι φωτεινές επιγραφές και οι λάμπες των δρόμων φωτίζουν και χρωματίζουν τους χώρους που κινούμαστε καθημερινά. Οι αντανακλάσεις όλων αυτών μετατρέπουν το άσχημο σε όμορφο, το αδιάφορο σε ενδιαφέρον.

Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου 2014

Ο σκύλος που δεν αγαπήθηκε!



“ Εκείνος περιμένει τώρα το φίλο του.
Προτού τον συναντήσει δεν είχε όνομα : δηλαδή
κάποιος, φύσηξε ψυχή μέσα του.
Κάθε δειλινό περιμένει.
Δε ξέρει ποιήματα” .

Kώστας Ζαχαράκης


Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2014

Χειμωνιάτικα δέντρα



Χειμωνιάτικα Δέντρα

Tα σκοτεινά φυλλώματα τα πεύκα αργοσαλεύουν,
σα ρασοφόροι στο βουνό που μάχονται ν' ανέβουν,
κι ο θλιβερός τους ο ψαλμός στ' άδεια βογγάει λαγκάδια
σα μουσικός αντίλαλος από βαθιά πηγάδια.

Mαζί τους κάτι ολόγυμνα κλαριά δεν αποσταίνουν
τρελλά μια χειμωνιάτικη καμπάνα να σημαίνουν,
όπου τα γέρνει ο άνεμος γέρνουν, σημαίνουν, δίχως
απ' το βουβό τους σήμαντρο ποτέ να βγαίνει ο ήχος.

Kαι στον καθρέφτη του νερού, που σαν την καταχνιά,
κάποτε -τ' ανοιξιάτικο το λέει το παραμύθι-
τον κήπο της Nεράιδας εστρώναν τα κλωνιά
τίποτε τώρα στα θολά δεν απομένει βύθη.

Σε ραγισμένους γύρω αυλούς οι καλαμιές φυσούνε
τα νυφικά μαλλάκια τους μαδούν μαδούν οι ιτιές,
τον κήπο της Nεράιδας σβημένο νοσταλγούνε
και κλαιν τις ανοιξιάτικες εφήμερες σκιές,

Ω! κι όλο σκύβουν στα νεκρά νερά τα βουρκωμένα,
ω! κι όλο σειούνται κι έχουνε μες στον πικρό βοριά
τα ίδια τα κινήματα, τ' αργά κι απελπισμένα,
που 'χομε μες στη λύπη μας κι εμείς την πιο βαριά.

ΛΑΜΠΡΟΣ ΠΟΡΦΥΡΑΣ
(από το Mια Xώρα πάντα Σιωπηλή, Eρμής 1999)


Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2014

Ευσεβείς πόθοι!




Oταν οι ανάσες μας συγχρονιστούν
με την καρδιά του σύμπαντος
τότε ο παράδεισος
θα γίνει ο τόπος
συνάντησης κι εκπλήρωσης
των πιο παράδοξων επιθυμιών μας ...
γιατί σ΄αυτή την τεράστια καρδιά
που κάθε μέρα πληγώνουμε
είναι συγκεντρωμένη
η απύθμενη αγάπη του Θεού..."

Νιόβη Ιωάννου





Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2014

Ησυχία!



Μα αν θα έπρεπε να τραγουδώ για όσα με πληγώνουν
Τα χείλη δεν θα τα άνοιγα θα τα άφηνα να λιώνουν
Ησυχία, ησυχία λέξη καμία

Γιατί όσα με πονούν βαθιά δεν έχουν σημασία
Όταν στα χείλη φτάνουνε χάνουνε
την ουσία
Η λέξη είναι μία, ησυχία, ησυχία

Αλκίνοος Ιωαννίδης

Το φθινόπωρο πέρ' απ' το δάσος!!!



Είμαστε τα κορίτσια που κουράστηκαν
να γελούν και να αμύνονται.
Είμαστε οι ρίζες των δέντρων που ξάπλωσαν
ο αέρας που κουνούσε πάνω τους τα φύλλα.
Άδειοι στρατώνες οι ψυχές μας, μυρίζουν
το φθινόπωρο πέρ’ απ’ το δάσος.
Η βροχή μυρίζει, τα φύλλα μυρίζουν
η γη μυρίζει.
Οι νέοι άνθρωποι φεύγουν
τα παραθυρόφυλλα κλείνουν.
Μπαίνουν τα γυναίκεια ποδήλατα
στην αποθήκη.
Το άλλο καλοκαίρι θα ευθυμήσουμε.
Είμαστε οι άνθρωποι που έμειναν
είναι κι αυτό κάτι....!!


ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΚΡΗΣ
«ΓΡΑΠΤΑ ΓΙΩΡΓΟΥ Β. ΜΑΚΡΗ», εκδόσεις «Βιβλιοπωλείον της Εστίας», Αθήνα 1986.
Αναρτήθηκε από Οικοδόμος

Μετεωρισμοί!





 Μ Ε Τ Ε Ω Ρ Ι Σ Μ Ο Ι

Επέχουν θέση ουρανού τα Μετέωρα
ανεβαίνεις ασθμαίνοντας την ανεμόσκαλα του δέους
τι κι αν φοβάσαι τα ύψη

ωσάν τους γύπες και τους κόρακες κι εσύ
παροξύνεσαι
με τις πτυχώσεις της ψυχής ψαλιδισμένες

αιώρα η νεφέλη τέτοιαν ώρα στον Πλατύλιθο
σε νανουρίζει
από τα μάτια συγκαλύπτει των πολλών τη σάρκωση του ήλιου

ενώ οι γάτες της Μονής
-Γενάρης γαρ-
έχουν παρασυρθεί αναπόφευκτα στις ορμές των φώτων.

Το κείμενο αυτό ανήκει στην Ενότητα Κείμενα π. Π.Κ., Λογοτεχνία, Ποίηση π. Π. Καποδίστρια, Προσκυνήματα, Προσκυνηματικές Περιηγήσεις